Μηχανική και τεχνολογία στην αρχαία Ρόδο, Χρήστος Δ. Λάζος, Εκδόσεις Β. Σαββιού 2008, 165 σελ.
ISBN 978-960-98603-0-7
Η μεγαλοθυμία του Δημητρίου του Πολιορκητή και η ευσέβεια των Ροδίων είχαν ως αποτέλεσμα την κατασκευή του υπέροχου αγάλματος του θεού Ήλιου, του γνωστού ως Κολοσσού, από τον γλύπτη Χάρη τον Λίνδιο. Τα περίφημα Επτά Θαύματα του αρχαίου κόσμου έχουν περάσει πλέον στο μύθο και το θρύλο της παγκόσμιας ιστορίας. Έχουν γίνει αντικείμενο πολλαπλών ερευνών, θέμα για κινηματογραφικές ταινίες και έχουν περιβληθεί με υπερβολές και φαντασιώσεις. Όμως, πέρα από όλα, υπήρξαν-κατασκευάστηκαν από λαμπρούς καλλιτέχνες και μηχανικούς, προσφέροντας στους δημιουργούς τους την αθανασία. Πολύ λογικό άλλωστε αν αναλογιστεί κάποιος τις τεχνικές και τεχνολογικές δυνατότητες, την εξεύρεση των υλικών την εποχή εκείνη και την ποιότητά τους, τη γενική τεχνογνωσία που απαιτούνταν για κάτι τέτοιο. Τα Επτά Θαύματα αποτελούσαν η Μεγάλη Πυραμίδα της Γκίζας στην Αίγυπτο, οι Κρεμαστοί Κήποι της Βαβυλώνας, το χρυσελεφάντινο Άγαλμα του Δία στην Ολυμπία, ο Ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο, το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, ο Κολοσσός της Ρόδου και ο Φάρος της Αλεξάνδρειας. Τα πέντε από τα επτά αυτά θαύματα ανήκουν στον ελληνικό κόσμο, κάτι που μας γεμίζει με θαυμασμό για το ότι μια χώρα, όπως ήταν η Ελλάδα την εποχή εκείνη, δημιούργησε τέτοια κολοσσιαίας μορφής έργα, γεγονός που σημαίνει: α) οικονομική ευρωστία, β) καλλιτεχνικές ικανότητες, γ) μηχανικές-αρχιτεκτονικές και τεχνολογικές δυνατότητες και δ) «όραμα», ένα όραμα για τον άνθρωπο και τον κόσμο έτσι όπως διατυπώθηκε αρχικά από τους μεγάλους ίωνες φιλόσοφους και ποιητές, και στη συνέχεια από τους φιλόσοφους της Κλασικής εποχής, που τελικά υλοποιήθηκε στη διάρκεια της Ελληνιστικής εποχής.
1. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Είναι γεγονός ότι τα πέντε ελληνικά Θαύματα δεν κατασκευάστηκαν τυχαία κατά τους χρόνους της Ελληνιστικής εποχής. Στους χρόνους αυτούς, από το 330 μέχρι το 30 π.X., οι Έλληνες υπερέχουν για τη μεγάλη τεχνολογική τους πρόοδο, άποψη που έχει εδραιωθεί τα τελευταία χρόνια, τουλάχιστον από το 1950 και μετά, όπως έχουν αποδείξει οι αμέτρητες έρευνες και οι πειραματισμοί επ’ αυτού. Είναι η περίοδος των μεγάλων μαθηματικών και μηχανικών Αρχιμήδη, Ίππαρχου, Απολλώνιου, Κτησίβιου, Φίλωνος του Βυζάντιου και Ήρωνας του Αλεξανδρέως, που, ακολουθούμενοι από πολλούς άλλους, έβαλαν τα θεμέλια της επιστήμης σε πολλούς τομείς. Όλοι αυτοί, συνεπικουρούμενοι από φωτισμένους μονάρχες, λάμπρυναν την εποχή τους, την Ελληνιστική κυρίως περίοδο, σε τέτοιο βαθμό, που πολλοί ιστορικοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, ακριβώς τότε η αρχαία Ελλάδα είχε φτάσει στα πρόθυρα τηc: βιομηχανικής επανάστασης, η οποία, όμως, δεν υλοποιήθηκε για πολλούς λόγους, κοινωνικούς, πολιτικούς κ.λπ. Θα μπορούσε να διατυπωθεί, χωρίς υπερβολή, η άποψη ότι, αν η Κλασική περίοδος ήταν η κατ’ εξοχήν περίοδος της φιλοσοφίας, του έπους, της τραγωδίας, της γλυπτικής και πολλών άλλων, η Ελληνιστική’ ήταν περίοδος ανάπτυξης επιστημών όπως η μηχανική, η ιατρική, η τεχνολογία, η αστρονομία κ.ά., την έκταση των οποίων δεν γνωρίζουμε ακριβώς, διότι η πυρκαγιά που έκαψε την αυτοκρατορική Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, την περίφημη βιβλιοθήκη με τους 700.000 τόμους από όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες και που πρόσφατα επανασυστήθηκε, ουσιαστικά «έκαψε» την κιβωτό του ελληνικού πνεύματος. Ευελπιστούμε, όμως, ότι σιγά-σιγά μέσα από τις σύγχρονες έρευνες το κενό θα καλυφθεί εν μέρει, μικρό δε δείγμα αποτελεί το γεγονός της αποκατάστασης του γνωστού ως «παλίμψηστο του Αρχιμήδους».
Η οικονομική δυνατότητα για την κατασκευή του Κολοσσού προήλθε από τα χρήματα που αποκόμισαν οι Ρόδιοι πουλώντας σε άγνωστους για την ιστορία αγοραστές τις πολιορκητικές μηχανές που τους άφησε ο Δημήτριος ο Πολιορκητής. Το ηοσό ήταν τεράστιο για την εποχή και οι Ρόδιοι κατασκεύασαν τον Κολοσσό θέλοντας να ευχαριστήσουν το θεό Ήλιο, προστάτη του νησιού τους, τον οποίο στο ελληνικό Δωδεκάθεο αντιπροσώπευε ο θεός Απόλλων. Κατασκευαστής του αγάλματος ήταν ο Χάρης ο Λίνδιος, μαθητής του μεγάλου γλύπτη Λύσιππου. Ο Λύσιππος ήταν επίσημος γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου και έχουν σωθεί αρκετά αγάλματα – κυρίως προτομές -γι’ αυτόν. Ο ίδιος γλύπτης σχετίζεται με κάποια «παράδοση» γιγαντιαίων γλυπτών, ανάμεσά τους ενός Ηρακλη και ενός Δία, για την ελληνικη αποικία του Τάραντα στη Σικελία, τον οποίο, όμως, ξεπέρασε ο Χάρης με το κολοσσιαίο δικό του άγαλμα, συνεχίζοντας έτσι μια λαμπρη παράδοση, καθώς γνωρίζουμε ότι υπηρχαν πολλά γιγαντιαία αγάλματα στον ελληνικό χώρο, με πρώτο απ’ όλα το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία στην Ολυμπία, κατασκευασμένο από τον Φειδία το 450 η.Χ., ύψους 15 μ., άλλο ένα από τα Επτά Θαύματα. Ο Φειδίας είχε κατασκευάσει επίσης το τεράστιο άγαλμα της Αθηνάς μέσα στον Παρθενώνα, έργο εφάμιλλο με αυτό του Δία, καθώς και το άγαλμα της Αθηνάς Προμάχου, πίσω από τα Προπύλαια της Ακρόπολης (των Αθηνών). Γνωρίζουμε ακόμη τα κολοσσιαία αγάλματα της Νάξου, στις περιοχές Μέλανες και Απόλλωνας, ενώ στη Δηλο υπάρχουν τα υπολείμματα του κολοσσιαίου αγάλματος του Απόλλωνα, ύψους 9 μ., από μάρμαρο, αφιερωμένο στη Δηλο.
Τέλος, γνωρίζουμε τα τεράστια αγάλματα των Πτολεμαίων στο γνωστό Φάρο της Αλεξάνδρειας, τα οποία ανασύρθηκαν πρόσφατα από το βυθό της θάλασσας. Η καλλιτεχνικη παράδοση υπηρχε, όμως στις γιγαντιαίες διαστάσεις του Κολοσσού συνέβαλε και κάτι ακόμα: επρόκειτο για την αιγυητιακη εηιρροη που είχε δύο όψεις η πρώτη αφορούσε στη συμμαχική σχέση της Ρόδου με την Αίγυπτο των Πτολεμαίων και την οικονομικη τους σχέση, από την οποία οι Ρόδιοι αποκόμιζαν πολλά κέρδη. Η δεύτερη αφορούσε την εξοικείωση των Αιγυπτίων με τα υπερφυσικού μεγέθους αγάλματα, από τα οποία είναι γεμάτη η Αίγυπτος, αφιερωμένα τα ηερισσότερα στο θεό Ήλιο (τον Ρα των Αιγυπτίων). Γι’ αυτό, όπωςσημειώνει ο Ν. Sρiνey, «…όταν ο Χάρης πρότεινε να δώσει στον κόσμο έναν δεύτερο ηλιο, επρόκειτο εμφανώς για αιγυητιάζον εγχείρημα. Η επιλογη του υλικού, ο μπρούντζος, ηταν ελληνική και, από ό,τι μπορούμε να γνωρίζουμε, ελληνικη ηταν και η τεχνοτροπία του γλυπτού. Η γόνιμη, όμως, διασταύρωση της ελληνικης τεχνοτροπίας και του ελληνικού υλικού σε κλίμακα μη ελληνικη είναι τυπικό φαινόμενο κατά τους ελληνιστικούς χρόνους».
2. ΟΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΛΟΣΣΟ
Υπάρχει ένα φιλολογικό και κατ’ επέκτασιν ιστορικό παράδοξο με τον Κολοσσό. Είναι το μόνο από τα Επτά Θαύματα που αναφέρεται σε τόσο λίγες γραπτές πηγές -ουσιαστικά μόνο σε τρεις(!)-, ενώ αναφέρεται 16 φορές από τους αρχαίους συγγραφείς. Οι πηγές αυτές είναι ο Στράβων (Γεωγραφικά, XIV, 2.5), ο Πλίνιος (Ναturalis ηistoriα, XXXIV, 41) και ο Φίλων ο Βυζάντιος (Περί των επτά θαυμάτων), ο οποίος παραθέτει τα περισσότερα στοιχεία που γνωρίζουμε και που θα δούμε στη συνέχεια.
Ο Πλίνιος αναφέρει τα εξης:
«Άξιο θαυμασμού, περισσότερο απ’ όλα τα άλλα, ηταν το κολοσσιαίο άγαλμα του Ήλιου στη Ρόδο, φιλοτεχνημένο από τον Χάρπτα τον Λίνδιο, μαθητη του Λύσιππου. Αυτό το άγαλμα είχε ύψος 70 κύβιτα {33 μ.) και 56 χρόνια μετά την έγερση του κατέρρευσε από ένα σεισμό, αλλά ακόμα και πεσμένο στο έδαφος είναι ένα θαύμα. Λίγοι άνθρωποι μπορούν να ενώσουν τα χέρια τους γύρω από τον αντίχειρά του και τα δάχτυλα είναι μεγαλύτερα από τα περισσότερα αγάλματα• και όπου τα μέλη έχουν αποκοπεί, χάσκουν τεράστιες κοιλότητες, ενώ στο εσωτερικό βλέπουμε μεγάλο όγκο βράχων που με το βάρος τους ο καλλιτέχνης σταθεροποίησε το άγαλμα όταν το ανηγειρε. Αναφέρεται ότι έκαναν δώδεκα χρόνια να το τελειώσουν και στοίχισε 300 τάλαντα, χρηματα που αποκτηθπκαν από τις πολεμικές μηχανές του βασιλιά Δημητρίου, τις οποίες είχε εγκαταλείψει όταν κουράστηκε από την παρα τεταμένη πολιορκία της Ρόδου».
Η αναφορά του Στράβωνος έχει ως εξης:
«Η πόλη των Ροδίων βρίσκεται στο ανατολικό ακρωτηριο της Ρόδου• και είναι τόσο πολύ ανώτερη απ’ όλες τις άλλες σε λιμάνια και σε δρόμους, σε τείχη και σε οικοδομηματα, που αδυνατώ να μιλήσω γι’ άλλη πόλη ως εφάμιλλη, η σχεδόν εφάμιλλη μ’ αυτην, πόσο μάλλον για ανώτερη της. Είναι αξιόλογη επίσης για την ευνομία της και την προσεκτικη διαχείριση των υποθέσεων του κράτους γενικά• ειδικότερα δε στα ναυτικά ζητηματα η Ρόδος κυριάρχησε στη θάλασσα για μακρά χρονική περίοδο, συνέτριψε το πειρατικό εμπόριο και έγινε φίλη των Ρωμαίων και όλων των βασιλέων που ευνοούσαν και τους Ρωμαίους και τους Έλληνες.
»Συνεπώς όχι μόνο παρέμεινε αυτόνομη, αλλά στολίστηκε με πολλά αναθηματα, τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονται στο Διονύσιον και στο γυμνάσιο, αλλά εν μέρει και σ’ άλλες τοποθεσίες. Τα καλύτερα από αυτά είναι, πρώτον, ο Κολοσσός του Ήλιου.. . με ύψος εβδομήντα πήχεις, έργο του Χάρητος του Λίνδιου• αλλά τώρα κείται στο έδαφος, όπου το έριξε ένας σεισμός και έσπασε στα γόνατα. Σύμφωνα με κάποιο χρησμό, οι κάτοικοι δεν το έστησαν ξανά. Πρόκειται, λοιπόν, για την αριστουργηματικότερη από τις αναθηματικές προσφορές (και κατά γενική ομολογία είναι ένα από τα Επτά Θαύματα)».
Ενώ οι Πλίνιος και Στράβων είναι γνωστοί και δεν αμφισβητούνται τα έργα και οι αναφορές τους, αντίθετα, για το κείμενο του Φίλωνος του Βυζάντιου υπηρξαν πολλές διαμάχες και αντεγκλησεις. Να σημειωθεί ότι ο Φίλων ο Βυζάντιος ηταν ένας από τους τρεις περίφημους μηχανικούς της λεγόμενης «Σχολής της Αλεξάνδρειας», ο οποίος δίδαξε στο διάσημο τότε, αλλά και σημερα, Μουσείον, ένα εκπαιδευτήριο ανώτατου επιπέδου, κάτι σαν τα σημερινά πανεπιστημια και πολυτεχνεία. Τα έργα του έχουν διασωθεί σε μεγάλο μέρος και κάποια από αυτά πρέπει να είναι αποτέλεσμα της παραμονης του Φίλωνος στη Ρόδο, σε άγνωστη όμως χρονική περίοδο. Τα έργα που τον συσχετίζουν με τη Ρόδο είναι τα Παρασκευαστικά, τα Πολιορκητικά και των Περί των επτά θαυμάτων. Δεν θα αναφερθώ στις διχογνωμίες πολλών σύγχρονων ερευνητών για το θέμα, κάτι πολύ εξειδικευμένο άλλωστε, αλλά θα σημειώσω τα εξης: τα έργα του Παρασκευαστικά και Πολιορκητικά είναι συνδεδεμένα με την πολιορκία της Ρόδου από τον Δημήτριο. Το πρώτο αναφέρεται στην «Παρασκευή», δηλαδή την προετοιμασία και τον ανεφοδιασμό μιας πόλης για την περίπτωση πολιορκίας. Πρόκειται για στρατιωτικό εγχειρίδιο όπου επισημαίνονται τρόποι για τη διατήρηση των τροφίμων και την κατασκευή αποθηκών – αναφέρεται στις αποχετεύσεις, στη φύλαξη και υπεράσπιση των τειχών, στην προστασία των τειχών που έφταναν έως τη θάλασσα από τους θαλάσσιους κριούς και τις σαμβύκες. Μιλά για τις αλυσίδες ή τα κάγκελατων λιμένων, τη διευθέτηση διαφόρων συνοικιών και πολλά άλλα. Το έργο Πολιορκπτικά αναφέρεται στην πολιορκία μιας πόλης και στην άμυνά της. Περιέχονται οδηγίες και υποδείξεις σχετικά με τις οχυρώσεις, τις προετοιμασίες, την άμυνα και την επίθεση σε συγκεκριμένους χώρους. Διαπιστώνουμε ότι και στα δύο αυτά έργα περιγράφει τα όσα είχε μάθει για την πολιορκία της Ρόδου κατά την παραμονή του στο νησί. Έτσι, διαθέτοντας θεωρητικές αλλά και εμπειρικές γνώσεις, από αφηγήσεις και περιγραφές, διατυπώνει κανόνες οχυρωματικής και άμυνας. Και έχοντας ως αφετηρία την επιτυχή άμυνα των Ροδίων, κωδικοποιεί κανόνες περί οχυρωματικής, οι οποίοι πιθανότατα εφαρμόζονταν τότε σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου.
Η ιστορική έρευνα έχει προσδιορίσει τα χρονικά όρια ζωής του Φίλωνος του Βυζάντιου ανάμεσα στα 290 και το 21Ο η.Χ. και ως εκ τούτου είναι λογικό να μην έζησε την πολιορκία της Ρόδου, αλλά να του την περιέγραψαν άλλοι. Αντίθετα, ζούσε το 227 η.Χ., όταν ο Κολοσσός έπεσε και έσπασε στη διάρκεια καταστρεπτικού σεισμού εντάσεως 7,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, που συγκλόνισε τη Ρόδο και όλη τη γύρω περιοχή. Οι καταστροφές ήταν τεράστιες, γεγονός που αναφέρεται αηό διάφορους συγγραφείς (Παυσανίας, Κορινθιακά, 2.7, Πολύβιος Βιβλ. 5.88, Στράβων ΙΔ, 652). Επί πλέον, έως την τελευτή του Φίλωνος, το 21Ο η.Χ., είχαν τελειώσει αηό άποψη κατα σκευής και τα Επτά Θαύματα. Άρα – και εδώ θέλω να καταλήξω – το έργο Περί των επτά θαυμάτων δικαίως και αναμφισβήτητα αποδίδεται σ’ αυτόν. Τα προηγούμενα αναφέρθηκαν γιατί το έστω μικρό κείμενο του Φίλωνος για τον Κολοσσό είναι και το πιο εκτενές από τις αρχαίες πηγές. Ο Φίλων σημειώνει τα εξής:
«Στη Ρόδο στήθηκε ένας Κολοσσός εβδομήντα πήχεις ψηλός, που παριστάνει τον Ήλιο διότι η όψη του θεού είναι γνωστή μόνο στους απογόνους του. Ο καλλιτέχνης δαπάνησε γι’ αυτόν τόσο χαλκό όσο θα έφτανε για να δημιουργήσει έλλειψη στα ορυχεία: γιατί η χύτευση του αγάλματος ήταν ένα εγχείρημα που απασχόλησε τη χαλκοβιομηχανία ολόκληρου του κόσμου…
»ο καλλιτέχνης ενίσχυσε τον χαλκό από μέσα με τη βοήθεια ενός μεταλλικού πλαισίου και τετραγωνισμένων λίθινων δόμων, οι σύνδεσμοι των οποίων μαρτυρούν σφυρηλάτηση κυκλώπειας δύναμης. Πράγματι, το κρυμμένο μέρος του άθλου είναι μεγαλύτερο από το ορατό…
»Αφού έκτισε μια βάση από λευκό μάρμαρο, ο καλλιτέχνης στερέωσε πρώτα επάνω της τα πόδια του Κολοσσού μέχρι το ύψος της ποδοκνημική άρθρωσης έχοντας υπολογίσει αναλογίες που μοιάζουν σε μια θεϊκή μορφή προορισμένη να στέκεται σε ύψος εβδομήντα πήχεων• διότι το πέλμα του ποδιού ήδη υπερέβαινε σε μήκος το ύψος άλλων αγαλμάτων. Γι’ αυτόν το λόγο ήταν αδύνατο να ανυψώσουν το υπόλοιπο άγαλμα και να το τοποθετήσουν επάνω στα πόδια, αλλά οι αστράγαλοι έπρεπε να χυθούν πάνω στα πόδια και, όπως όταν χτίζουμε ένα σπίτι, το όλο έργο έπρεπε να εγερθεί πάνω στη βάση του.
»Και γι’ αυτόν το λόγο, ενώ άλλα αγάλματα πρώτα προπλάθονται, μετά διαμελίζονται για να χυθούν σε κομμάτια και τελικά συναρμολογούνται και ορθώνονται, σ’ αυτή την περίπτωση, αφού χύθηκε το πρώτο μέρος, το δεύτερο προπλάστηκε επάνω του και για το επόμενο μέρος υιοθετήθηκε πάλι η ίδια μέθοδος εργασίας- διότι τα μεμονωμένα μεταλλικά τμήματα δεν μπορούσαν να μετακινηθούν.
»Μετά τη χύτευση του νέου στρώματος επάνω στο τμήμα που είχε τελειώσει, φρόντιζαν τις αποστάσεις των οριζόντιων αγκίστρων και των αρμών του σκελετού και διασφάλιζαν τη σταθερότητα των λίθινων δόμων που βρίσκονταν μέσα στο σώμα. Για να συνεχίζεται ακατάπαυστα η όλη επιχείρηση σε σταθερή βάση, ο καλλιτέχνης συσσώρευσε τεράστιες ποσότητες χώματος γύρω από κάθε τμήμα που τελείωνε -θάβοντας έτσι το περατωμένο έργο κάτω από συσσωρευμένο χώμα – και προχωρούσε την κατασκευή του επόμενου τμήματος από το επίπεδο του αναχώματος.
»Έτσι, ανεβαίνοντας λίγο-λίγο, ολοκλήρωσε την προσπάθειά του και καταναλώνοντας 500 τάλαντα χαλκού και 300 σιδήρου, δημιούργησε, με απίστευτη τόλμη, έναν θεό όμοιο με τον αληθινό, διότι έδωσε ένα δεύτερο ήλιο στον κόσμο».
Διαπιστώνουμε ότι το μικρό αυτό κείμενο είναι τόσο σαφές και παρέχει τόσες πληροφορίες για τον Κολοσσό, που μας δίνει τη δυνατότητα να διατυπώσουμε κάποιες απόψεις και να ερευνήσουμε περαιτέρω το θέμα. Χωρίς το κείμενο του Φίλωνος θα βρισκόμαστε σε απόλυτο σκοτάδι.